Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νταραβέρι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

νταραβέρι [daraˈvɛri] SUBST ουδ

1. νταραβέρι (κίνηση, φασαρία):

νταραβέρι
Treiben ουδ

2. νταραβέρι (θόρυβος, φασαρία):

νταραβέρι
Tumult αρσ

3. νταραβέρι (ερωτοδουλειά):

νταραβέρι
Affäre θηλ

4. νταραβέρι ΕΜΠΌΡ:

νταραβέρι
Geschäfte ουδ πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский