Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νεόπλουτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . νεόπλουτ|ος <-η, -ο> [nɛˈɔplutɔs] ΕΠΊΘ

νεόπλουτος

II . νεόπλουτ|ος <-η, -ο> [nɛˈɔplutɔs] SUBST αρσ/θηλ

νεόπλουτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский