Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νίψιμο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

νίψιμο [ˈnipsimɔ] SUBST ουδ

νίψιμο
Waschen ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский