Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μοχλός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μοχλός [mɔˈxlɔs] SUBST αρσ

1. μοχλός ΦΥΣ:

μοχλός
Hebel αρσ
μοχλός αερίου
Gashebel αρσ
μοχλός ταχυτήτων
Schalthebel αρσ
μοχλός χειρισμού Η/Υ
Joystick αρσ
Hebelsatz αρσ

2. μοχλός μτφ (κινητήρια δύναμη):

μοχλός
Antriebskraft θηλ
κινητήριος μοχλός
Antriebskraft θηλ
μοχλός πιέσεως μτφ
Druckmittel ουδ

3. μοχλός μτφ (υποκινητής για κάτι κακό):

μοχλός
Anstifter(in) αρσ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με μοχλός

μοχλός αερίου
Gashebel αρσ
μοχλός χειρισμού Η/Υ
Joystick αρσ
μοχλός ταχυτήτων
μοχλός πιέσεως μτφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский