Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „χρησιμοποιώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χρησιμοποι|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [xrisimɔpiˈɔ] VERB μεταβ

χρησιμοποιώ

Παραδειγματικές φράσεις με χρησιμοποιώ

χρησιμοποιώ κάτι με οικονομία
χρησιμοποιώ κάτι ως μοχλό πιέσεως

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский