Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: μονοθεϊστής , μονοθεϊστικός , μονοθέσιο και μονοθεϊσμός

μονοθεϊστής (μονοθεΐστρια) [mɔnɔθɛisˈtis, mɔnɔθɛˈistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

μονοθεϊστής (μονοθεΐστρια)
Monotheist(in) αρσ (θηλ)

μονοθεϊστικ|ός <-ή, -ό> [mɔnɔθɛistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

μονοθεϊσμός [mɔnɔθɛizˈmɔs] SUBST αρσ

μονοθέσιο [mɔnɔˈθɛsiɔ] SUBST ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский