Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μετεμψύχωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μετεμψύχωσ|η <-εις> [mɛtɛmˈbzixɔsi] SUBST θηλ

μετεμψύχωση
μετεμψύχωση
Reinkarnation θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский