Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μετεκπαίδευση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μετεκπαίδευσ|η <-εις> [mɛtɛkˈpɛðɛfsi] SUBST θηλ

μετεκπαίδευση
Weiterbildung θηλ
επαγγελματική μετεκπαίδευση

Παραδειγματικές φράσεις με μετεκπαίδευση

επαγγελματική μετεκπαίδευση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский