Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μεθοδικότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μεθοδικότητα [mɛθɔðiˈkɔtita] SUBST θηλ

1. μεθοδικότητα (χαρακτηριστικό ανθρώπου):

μεθοδικότητα
μεθοδικότητα
δουλεύει με/χωρίς μεθοδικότητα

2. μεθοδικότητα (χαρακτηριστικό ενεργειών):

μεθοδικότητα

Παραδειγματικές φράσεις με μεθοδικότητα

δουλεύει με/χωρίς μεθοδικότητα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский