Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μαυροφόρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μαυροφόρ|ος <-α, -ο> [mavrɔˈfɔrɔs], μαυροφορεμέν|ος [mavrɔfɔrɛˈmɛnɔs] <-η, -ο> ΕΠΊΘ

μαυροφόρος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский