Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μασούλισμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μασούλισμα [maˈsulizma], μασούλημα [maˈsulima] SUBST ουδ

μασούλισμα
Kauen ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский