Ελληνικά » Γερμανικά

μαρξιστής (μαρξίστρια) [marksisˈtis, marˈksistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

μαρξιστής (μαρξίστρια)
Marxist(in) αρσ (θηλ)

μαρξιστικ|ός <-ή, -ό> [marksistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

παρουσιάστρια [parusiˈastria] SUBST θηλ TV

μαρξισμός [marksizˈmɔs] SUBST αρσ

φασίστας [faˈsistas], φασιστής [fasisˈtis] SUBST αρσ, φασίστρια [faˈsistria] SUBST θηλ

Faschist(in) αρσ (θηλ)

μαεστρία [maɛsˈtria] SUBST θηλ

δράστης [ˈðrastis] SUBST αρσ, δράστιδα [ˈðrastiða], δράστρια [ˈðrastria] SUBST θηλ

ερπύστρια [ɛrˈpistria] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский