Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μαιευτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μαιευτικ|ός <-ή, -ό> [mɛɛftiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. μαιευτικός ΙΑΤΡ:

μαιευτικός
Geburts-
Geburtsklinik θηλ
Geburtszange θηλ
Geburtsfehler αρσ

2. μαιευτικός φιλος:

μαιευτικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский