Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μαϊμουδίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μαϊμουδί|ζω <-σα> [maimuˈðizɔ] VERB μεταβ (μιμούμαι)

μαϊμουδίζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский