Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λύτρωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λύτρωσ|η <-εις> [ˈlitrɔsi] SUBST θηλ

λύτρωση
Erlösung θηλ
ήταν λύτρωση για αυτόν

Παραδειγματικές φράσεις με λύτρωση

ήταν λύτρωση για αυτόν

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский