Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λαπαδιάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . λαπαδιά|ζω <-σα> [lapaˈðjazɔ] VERB μεταβ

λαπαδιάζω

II . λαπαδιά|ζω <-σα> [lapaˈðjazɔ] VERB αμετάβ

λαπαδιάζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский