Ελληνικά » Γερμανικά

κυβικ|ός <-ή, -ό> [civiˈkɔs] ΕΠΊΘ

κυβικός
Kubik-
κυβικός (σε σχήμα κύβου) αμετάβλ
kubisch αμετάβλ τυπικ

Παραδειγματικές φράσεις με κυβικός

κυβικός κρύσταλλος
κυβικός αριθμός
Kubikzahl θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский