Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κρούση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κρούσ|η <-εις> [ˈkrusi] SUBST θηλ

1. κρούση (χτύπημα):

κρούση
Stoß αρσ
ελαστική κρούση
ραδιενεργός κρούση ΦΥΣ

2. κρούση ΜΟΥΣ (παίξιμο):

κρούση
Spielen ουδ

3. κρούση ΣΤΡΑΤ:

κρούση
Vorstoß αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με κρούση

ραδιενεργός κρούση ΦΥΣ
ελαστική κρούση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский