Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κραχ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κραχ [krax] SUBST ουδ αμετάβλ

1. κραχ (χρηματιστηρίου):

κραχ
Börsenkrach αρσ

ιδιωτισμοί:

Bankkrach αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με κραχ

Bankkrach αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский