Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κλου“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κλου [klu] SUBST ουδ αμετάβλ

1. κλου (ενδιαφέρον σημείο, ιστορίας):

κλου
Clou αρσ

2. κλου (κάτι το θεαματικό):

κλου
Sensation θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский