Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κλάνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . κλά|νω <-σα> [ˈklanɔ] VERB αμετάβ χυδ

κλάνω

II . κλά|νω <-σα> [ˈklanɔ] VERB μεταβ

Παραδειγματικές φράσεις με κλάνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский