Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κατηγορηματικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κατηγορηματικ|ός <-ή, -ό> [katiɣɔrimatiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. κατηγορηματικός (ρητός):

κατηγορηματικός

2. κατηγορηματικός ΓΛΩΣΣ:

κατηγορηματικός

3. κατηγορηματικός ΜΑΘ:

κατηγορηματικός
Prädikaten-
κατηγορηματικός λογισμός
Prädikatenkalkül ουδ o αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με κατηγορηματικός

κατηγορηματικός λογισμός
Prädikatenkalkül ουδ o αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский