Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καταδύομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καταδύ|ομαι <-θηκα> [kataˈðiɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

1. καταδύομαι (γενικά):

καταδύομαι

2. καταδύομαι (για κολυμβητή):

καταδύομαι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский