Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καπρινικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καπρινικ|ός <-ή, -ό> [kapriniˈkɔs] ΕΠΊΘ ΧΗΜ

καπρινικός
Kaprin-
Kaprinsäure θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский