Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κάπρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κάπρος [ˈkaprɔs] SUBST αρσ, καπρί [kaˈpri] SUBST ουδ (αγριόχοιρος)

κάπρος
Wildschwein ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский