Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κανονικοποίηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κανονικοποίησ|η <-εις> [kanɔnikɔˈpiisi] SUBST θηλ

κανονικοποίηση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский