Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καισαρικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καισαρικ|ός <-ή, -ό> [cɛsariˈkɔs] ΕΠΊΘ

καισαρικός
kaiserlich, Kaiser-
Kaiserschnitt αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский