Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κίρρωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κίρρωσ|η <-εις> [ˈcirɔsi] SUBST θηλ

κίρρωση
Zirrhose θηλ
κίρρωση του ήπατος
Leberzirrhose θηλ
χολική κίρρωση

Παραδειγματικές φράσεις με κίρρωση

χολική κίρρωση
κίρρωση του ήπατος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский