Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κήρυκας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κήρυκας [ˈcirikas] SUBST αρσ

1. κήρυκας ΘΡΗΣΚ:

κήρυκας
Prediger αρσ

2. κήρυκας (διαλαλητής):

κήρυκας
Ausrufer αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский