Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κάσα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κάσα [ˈkasa] SUBST θηλ

1. κάσα:

κάσα
Kiste θηλ

2. κάσα (φέρετρο):

κάσα
Sarg αρσ

3. κάσα (πόρτας, κούφωμα):

κάσα
Zarge θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский