Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κάδρο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κάδρο [ˈkaðrɔ] SUBST ουδ

1. κάδρο (πλαίσιο):

κάδρο
Rahmen αρσ

2. κάδρο (εικόνα με κορνίζα):

κάδρο
Bild ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский