Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ισχνός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ισχν|ός <-ή, -ό> [isˈxnɔs] ΕΠΊΘ

1. ισχνός (αδύνατος):

ισχνός

2. ισχνός μτφ (πενιχρός):

ισχνός

Παραδειγματικές φράσεις με ισχνός

Magerkohle θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский