Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ιθαγένεια“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ιθαγένεια [iθaˈjɛnia] SUBST θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ιθαγένεια

χωρίς ιθαγένεια
ευρωπαϊκή ιθαγένεια
διπλή ιθαγένεια
ιθαγένεια της Ένωσης EE

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский