Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ιγμόρειο ιγμόρειο άντρο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ιγμόρειο (άντρο) [iˈɣmɔriɔ (ˈandrɔ)] SUBST ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский