Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ζωηράδα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ζωηράδα [zɔiˈraða] SUBST θηλ

1. ζωηράδα (ζωντάνια):

ζωηράδα
Lebhaftigkeit θηλ

2. ζωηράδα (χρώματος):

ζωηράδα
Intensität θηλ
ζωηράδα
Lebhaftigkeit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский