Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ζητιανιά , ζητιανεύω και ζητιάνος

ζητιανιά [zitçaˈɲa] SUBST θηλ

ζητιαν|εύω <-εψα> [zitçaˈnɛvɔ] VERB αμετάβ

ζητιάν|ος (-α) [ziˈtçan|ɔs, -a] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Bettler(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский