Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επονομάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επονομά|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ɛpɔnɔˈmazɔ] VERB μεταβ

επονομάζω κάποιον Χ
mit dem Beinamen X

Παραδειγματικές φράσεις με επονομάζω

επονομάζω κάποιον Χ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский