Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επανεκλέγω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επανε|κλέγω <-ξέλεξα, -κλέχτηκα, -κλεγμένος> [ɛpanɛkˈlɛɣɔ] VERB μεταβ

επανεκλέγω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский