Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επίνειο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επίνειο [ɛˈpiniɔ] SUBST ουδ

1. επίνειο (λιμάνι):

επίνειο
Hafen αρσ

2. επίνειο (σκάλα):

επίνειο
Anlegeplatz αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский