Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξοντώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξοντώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [ɛksɔnˈdɔnɔ] VERB μεταβ

1. εξοντώνω (εξολοθρεύω):

εξοντώνω

2. εξοντώνω (σκοτώνω):

εξοντώνω

3. εξοντώνω μτφ (ανταγωνιστές):

εξοντώνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский