Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: εκτελεστής , εκτελεστός , εκτελεστότητα και εκτελεστικός

εκτελεστ|ός <-ή, -ό> [ɛktɛlɛsˈtɔs] ΕΠΊΘ

εκτελεστής (εκτελέστρια) [ɛktɛlɛsˈtis, ɛktɛˈlɛstria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

εκτελεστής (εκτελέστρια)
Vollstrecker(in) αρσ (θηλ)
Testamentvollstrecker(in) αρσ (θηλ)

εκτελεστότητα [ɛktɛlɛsˈtɔtita] SUBST θηλ

εκτελεστότητα ΝΟΜ, ΟΙΚΟΝ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский