Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκεχειρία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκεχειρία [ɛcɛçiˈria] SUBST θηλ

1. εκεχειρία ΣΤΡΑΤ:

εκεχειρία

2. εκεχειρία EE, ΝΟΜ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский