Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εικοσάωρο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εικοσάωρο [ikɔˈsaɔrɔ] SUBST ουδ

εικοσάωρο
εικοσάωρο
zwanzig Stunden θηλ πλ
στο εικοσάωρο που
χρειαστήκαμε ένα εικοσάωρο
το καταφέραμε σε ένα εικοσάωρο
στο επόμενο εικοσάωρο

Παραδειγματικές φράσεις με εικοσάωρο

στο εικοσάωρο που
στο επόμενο εικοσάωρο
χρειαστήκαμε ένα εικοσάωρο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский