Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εικοσάρικο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εικοσάρικο [ikɔˈsarikɔ] SUBST ουδ

1. εικοσάρικο (20 ευρώ):

εικοσάρικο
εικοσάρικο
Zwanziger αρσ

2. εικοσάρικο (20 φράγκα):

εικοσάρικο
εικοσάρικο
Zwanziger αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский