Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διμερής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διμερ|ής <-ής, -ές> [ðimɛˈris] ΕΠΊΘ

1. διμερής (με δύο τμήματα):

διμερής

2. διμερής (με δύο πλευρές):

διμερής
bilaterale Beziehungen θηλ πλ

Παραδειγματικές φράσεις με διμερής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский