Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διηλεκτρικό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διηλεκτρικό [ðiilɛktriˈkɔ] SUBST ουδ

διηλεκτρικό
Dielektrikum ουδ
τέλειο διηλεκτρικό

Παραδειγματικές φράσεις με διηλεκτρικό

τέλειο διηλεκτρικό
ισοτροπικό διηλεκτρικό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский