Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: διεθνιστής , διεθνιστικός και διεθνισμός

διεθνιστής (διεθνίστρια) [ðiɛθnisˈtis, ðiɛθˈnistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

διεθνιστής (διεθνίστρια)
Internationalist(in) αρσ (θηλ)

διεθνιστικ|ός <-ή, -ό> [ðiɛθnistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский