Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαφύλαξη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαφύλαξ|η <-εις> [ðiaˈfilaksi] SUBST θηλ

διαφύλαξη
Bewahrung θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με διαφύλαξη

διαφύλαξη θηλ της ειρήνης

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский