Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διακυμαίνομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διακυμ|αίνομαι <-άνθηκα> [ðiaciˈmɛnɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

διακυμαίνομαι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский