Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαδηλώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαδηλώ|νω <-σα> [ðiaðiˈlɔnɔ] VERB μεταβ

1. διαδηλώνω (εκφράζω):

διαδηλώνω

2. διαδηλώνω (στους δρόμους):

διαδηλώνω

Παραδειγματικές φράσεις με διαδηλώνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский